Σάββατο 19 Απριλίου 2008

Σφαγή τρυγονιών από λαθροκυνηγούς

Με τη σιωπηρή ανοχή Αρχών και τοπικής κοινωνίας

Της Λινας Γιανναρου

Ταξιδεύουν χιλιάδες χιλιόμετρα πάνω από τη Σαχάρα και τη Μεσόγειο, χωρίς σταθμό. Κατευθύνονται στην Κεντρική Ευρώπη για να γεννήσουν και να φωλιάσουν για το καλοκαίρι. Εξαντλημένα όπως είναι ούτε που θα αντιληφθούν τις υψωμένες κάννες, εκεί χαμηλά στη Ζάκυνθο και τους Παξούς, τους λαθροκυνηγούς που κρυμμένοι σε ειδικά για την περίσταση «πόστα» τα σημαδεύουν.

Από τα μέσα έως τα τέλη Απριλίου, τα νησιά του Ιονίου αποτελούν το «πέρασμα» δεκάδων ειδών μεταναστευτικών πτηνών, όπως τα αγαπημένα των κυνηγών τρυγόνια. Τις ίδιες ημέρες, εδώ και δεκαετίες, εκατοντάδες κυνηγοί απ’ όλη την Ελλάδα συρρέουν στην περιοχή, στο πλαίσιο μιας άτυπης -και παντελώς παράνομης, μιας και η κυνηγετική περίοδος έχει λήξει στα τέλη Φεβρουαρίου- κυνηγετικής «γιορτής», γνωστής και ως «τρυγόνια».

Σύμφωνα με εκτιμήσεις, μέσα σε μία μόνο ημέρα έως και 15.000 πουλιά μπορεί να πέσουν νεκρά από τις σφαίρες των λαθροκυνηγών. Ωστόσο οι απώλειες είναι ακόμα μεγαλύτερες. Οταν τα τρυγόνια επιστρέφουν, είναι ήδη ζευγαρωμένα και κατευθύνονται στους τόπους φωλεοποίησης για να γεννήσουν. Επιπλέον, το ανελέητο κυνήγι αποτρέπει τα πτηνά να σταματήσουν στην πρώτη στεριά που συναντούν στο μακρύ τους ταξίδι, αυξάνοντας τις πιθανότητες να μην καταφέρουν ποτέ να το ολοκληρώσουν, λόγω εξάντλησης. Για πολλά χρόνια, το πρόβλημα εντοπιζόταν κυρίως στις Στροφάδες, ένα σύμπλεγμα μικρών νησιών 44 ν.μ. νότια της Ζακύνθου. Κυνηγοί έφθαναν ακόμα και με κότερα ή... ελικόπτερα (σ.σ. ήταν άτυπο σημείο συνάντησης των εύπορων φίλων του «σπορ») στα ξερονήσια προκειμένου να στήσουν καρτέρι στα άτυχα πτηνά.

Επειτα από εκστρατείες περιβαλλοντικών οργανώσεων, το κυνήγι απαγορεύθηκε στις Στροφάδες, ενώ με την αρωγή και των κυνηγετικών οργανώσεων τις ημέρες αυτές οι πλωτές περιπολίες της θηροφυλακής είναι αυξημένες. Η Ζάκυνθος, οι Παξοί και οι Αντίπαξοι, όμως, εξακολουθούν να αποτελούν τόπο μαρτυρίου για τα τρυγόνια. «Εκτός του ότι το κυνήγι τους αποτελεί μια βαθιά ριζωμένη παράδοση, αποτελεί και πηγή εσόδων για τους νησιώτες οι οποίοι “νοικιάζουν” καλά “πόστα” σε κυνηγούς που έρχονται από την ηπειρωτική Ελλάδα», λέει στην «Κ» η κ. Μαρία Γανωτή, αντιπρόεδρος του Συλλόγου Προστασίας και Περίθαλψης Αγριας Ζωής ΑΝΙΜΑ, οργάνωση που μαζί με την Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρείας απευθύνουν έκκληση για «κατάπαυση» του πυρός στο Ιόνιο. «Υπάρχει όμως μια σιωπηρή ανοχή από το κράτος της παραβατικής συμπεριφοράς».

Πράγματι, εδώ και χρόνια, εντελώς συμπτωματικά και με το πρόσχημα της λήξης της κυνηγετικής περιόδου, δασοφύλακες στα νησιά του Ιονίου παίρνουν... άδεια (γνωστή είναι και η φράση πρώην υπουργού προς κυνηγούς «μην ανησυχείτε, θα κανονίσω ο δασοφύλακας να πάρει άδεια το Πάσχα»). Στο κενό πέφτουν επίσης όλα αυτά τα χρόνια (όπως και φέτος) και οι εκκλήσεις του Μητροπολίτη Ζακύνθου κ. Χρυσοστόμου προς το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης να λάβει μέτρα αποτροπής της καταστροφής.

Πάντως, στο πλευρό των οργανώσεων βρίσκεται φέτος και η Κυνηγετική Συνομοσπονδία Ελλάδος, η οποία σε προχθεσινή ανακοίνωσή της επισημαίνει «την κρισιμότητα της περιόδου που διανύουμε» και καλεί για «συστράτευση και ενεργοποίηση όλων των εμπλεκομένων υπηρεσιών, καθώς η Ομοσπονδιακή Θηροφυλακή παράγει μεν ένα τεράστιο έργο στην πρόληψη και καταστολή της λαθροθηρίας, δεν είναι δυνατόν όμως μόνη της να υποκαταστήσει όλες τις υπεύθυνες για το θέμα αυτό Αρχές του κράτους».

Η εντολή, ωστόσο, δεν φθάνει πολύ χαμηλά. Φημολογείται έντονα ότι συγκεκριμένος θηροφύλακας θα είναι «αδειούχος» τις επόμενες ημέρες, «γιατί αν τον αφήσουμε στο πόστο

Καθημερινή 18/04/2008

Πέμπτη 10 Απριλίου 2008

Χωματερές - βόμβες βυθού

Σκουπίδια και πλαστικά στις ελληνικές θάλασσες
ΡΕΠΟΡΤΑΖ: Μάνος Χαραλαμπάκης manosh@dolnet.gr

Οι ανεξέλεγκτες χωματερές «εγκαταστάθηκαν» και στις ελληνικές θάλασσες: ο μαγικός κόσμος του βυθού κινδυνεύει να μετατραπεί- όπως και στη στεριά- σε βασίλειο της πλαστικής σακούλας, απειλώντας τα ψάρια και το θαλάσσιο περιβάλλον.
Έρευνα του Πανεπιστημίου Πατρών, η οποία πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα σε βαθιά νερά, δείχνει ότι τέσσερις κόλποι της Δυτικής Ελλάδας έχουν μετατραπεί σε θαλάσσιους σκουπιδότοπους.
Χρειάστηκε ένας... μικρός στόλος από μηχανότρατες, καθώς και εθελοντές ψαράδες, επιστήμονες και ένα βαθυσκάφος για να πραγματοποιηθεί η έρευνα και να συγκεντρωθούν τελικά 3.318 στερεά απορρίμματα σε μία επιφάνεια 20 τετραγωνικών χιλιομέτρων.

Νάιλον... γαλάζιο

Τα αποτελέσματα έδειξαν πως το πλαστικό (56%) ήταν το κυρίαρχο υλικό των απορριμμάτων που εντοπίστηκαν στον βυθό. Χαρακτηριστικό είναι επίσης ότι μόλις τρία είδη αντικειμένων- οι σακούλες απορριμμάτων, τα κουτάκια αλουμινίου και τα πλαστικά μπουκάλια νερού- αποτελούν το 48% των απορριμμάτων. Οι συνέπειες είναι καταστροφικές. Για παράδειγμα, οι πλαστικές σακούλες που συχνά γίνονται αιτία πνιγμού για μεγάλα θαλάσσια θηλαστικά και άλλα ζώα μένουν στον πυθμένα από 30 έως 100 χρόνια. Έρευνες έχουν δείξει ότι 136 είδη θαλάσσιων ζώων είναι επιρρεπή στο να παγιδεύονται σε απορρίμματα της θάλασσας, ενώ εκατοντάδες έχουν βρεθεί νεκρά με σκουπίδια στο στομάχι τους. Ανάμεσά τους είναι θαλάσσιες χελώνες, φάλαινες, θαλασσοπούλια και δελφίνια.

Και στα βαθιά!

«Το εντυπωσιακό είναι ότι σκουπίδια δεν παρουσιάζονται μόνο στα ρηχά νερά, στις ακτές, όπως έχουν δείξει άλλες έρευνες στο παρελθόν. Εντοπίσαμε σκουπίδια ακόμα και σε βάθη μεγαλύτερα των 50, 100, 200 μέτρων, σε βαθιά νερά δηλαδή», λέει στα «ΝΕΑ» ο επίκουρος καθηγητής κ. Γεώργιος Παπαθεοδώρου, υπεύθυνος της έρευνας, από το Εργαστήριο Θαλάσσιας Γεωλογίας και Φυσικής Ωκεανογραφίας του Πανεπιστημίου. Ο Πατραϊκός Κόλπος αποτελεί την περιοχή με τα περισσότερα απορρίμματα συγκριτικά με τα μέρη που μελετήθηκαν. Στον κόλπο αυτό καταγράφηκαν από 188 έως 437 αντικείμενα ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο του πυθμένα. «Ήταν ο πιο επιβαρημένος, όπως το αναμέναμε άλλωστε. Δέχεται απορρίμματα και από χερσαίες πηγές και από θαλάσσιες, αφού βρίσκεται κοντά σε ένα μεγάλο αστικό κέντρο με μεγάλη αλιευτική και εμπορική κίνηση πλοίων», αναφέρει ο κ. Παπαθεοδώρου.


Οι πηγές

Πάντως, όπως προέκυψε από τα αποτελέσματα της έρευνας, το μεγαλύτερο ποσοστό απορριμμάτων προέρχεται από χερσαίες πηγές και όχι από θαλάσσιες. Δηλαδή από αγροτικές, αστικές δραστηριότητες, καθώς και από τους ποταμοχειμάρρους που μεταφέρουν στη θάλασσα σκουπίδια και άλλα υλικά, πράγμα που διαπιστώθηκε σε Ανατολικό Πατραϊκό, Δυτικό Κορινθιακό, Λακωνικό Κόλπο και στη θάλασσα των Εχινάδων.
Ο αμέσως πιο βρώμικος κόλπος μετά τον Πατραϊκό είναι ο Δυτικός Κορινθιακός όπου καταγράφηκαν 116 σκουπίδια ανά τ. χιλ.. Στον Βόρειο Λακωνικό 85 και στην περιοχή της θάλασσας των Εχινάδων 72 απορρίμματα.


http://ta-nea.dolnet.gr//Article.aspx?d=20080410&nid=8141884&sn=&spid=876


ΘΕΡΜΑΪΚΟΣ
Αγωγοί λυμάτων στη θάλασσα!
ΕΝΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ πιο βρώμικους κόλπους της Ελλάδας είναι ο Θερμαϊκός. Όπως έδειξε πρόσφατη έρευνα του ΑΠΘ, οι εκτάσεις της βαριάς ρύπανσης στην περιοχή έχουν πενταπλασιαστεί μέσα σε 30 χρόνια. Αγωγοί εργοστασίων απορρίπτουν λύματα απ΄ ευθείας στα νερά του οικοσυστήματος. Πολλές περιοχές- όπως το Καλοχώρι, ο Λευκός Πύργος, η Αρετσού, το αεροδρόμιο- ήταν πολύ επιβαρημένες σε ποσότητες ψευδαργύρου και χαλκού. Σε ό,τι αφορά τον Σαρωνικό Κόλπο, έρευνα του Πανεπιστημίου Αθηνών- σε μικρά βάθη- είχε δείξει ότι ήταν από τις πιο βρώμικες θάλασσες της Ελλάδας. Οι ερευνητές είχαν εντοπίσει 251 σκουπίδια ανά τ. χιλ..

http://www.tanea.gr//Article.aspx?d=20080410&nid=8141867&sn=&spid=876

Σάββατο 5 Απριλίου 2008

Απειλή για το θαλάσσιο περιβάλλον η Υπουργική Απόφαση για τις μηχανότρατες

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

2 Απριλίου, 2008

Απειλή για το θαλάσσιο περιβάλλον

η Υπουργική Απόφαση για τις μηχανότρατες

Άμεση ανάκληση ζητούν από τον κ. Κοντό οι περιβαλλοντικές οργανώσεις

Την ανάκληση της Υπουργικής Απόφασης της 5ης Μαρτίου 2008 (ΦΕΚ 368, τεύχος 2ο) του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ. Αλ. Κοντού, που προβλέπει την αλιεία με μηχανότρατες σε απόσταση από την ακτή μικρότερη από αυτή που ορίζει ο Ευρωπαϊκός Κανονισμός, ζητούν οι περιβαλλοντικές οργανώσεις ΑΡΧΕΛΩΝ, Δίκτυο ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ SOS, MΟm-Εταιρία Μελέτης και Προστασίας της Μεσογειακής Φώκιας, Greenpeace και WWF Ελλάς. Οι περιβαλλοντικές οργανώσεις καλούν τον Υπουργό να προχωρήσει στην ουσιαστική εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Κανονισμού για την αλιεία, στοχεύοντας στη βιώσιμη διαχείριση των θαλάσσιων πόρων και της βιοποικιλότητας, στην προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος και κατά συνέπεια σε μία βιώσιμη αλιεία που εξασφαλίζει μακροχρόνια την ευημερία των αλιέων.

Με βάση τη συγκεκριμένη απόφαση το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων αποφάσισε να παρεκκλίνει από την ελάχιστη απόσταση του 1,5 ναυτικού μιλίου από την ακτή για τη χρήση διχτυού τράτας βυθού που ορίζει ο Ευρωπαϊκός Κανονισμός 1967/2006 «σχετικά με τα μέτρα διαχείρισης για τη βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στη Μεσόγειο Θάλασσα», μειώνοντας την απόσταση στο 1 ν.μ.

Η συγκεκριμένη παρέκκλιση, επιτρέπεται από τον Κανονισμό 1967/2006 με την προϋπόθεση όμως ότι δεν επιφέρει «καμία σημαντική επίπτωση στο θαλάσσιο περιβάλλον». Κάτι τέτοιο δεν τεκμηριώνεται από τα υπάρχοντα επιστημονικά και περιβαλλοντικά δεδομένα. Χαρακτηριστικά είναι τα στοιχεία του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών, που αποδεικνύουν ότι η μηχανότρατα είναι το λιγότερο επιλεκτικό από όλα τα αλιευτικά εργαλεία, με παρεμπίπτοντα αλιεύματα και απορρίψεις (δηλαδή μη εμπορεύσιμους θαλάσσιους οργανισμούς που αλιεύονται και μετά πετιούνται) που φτάνουν το 44% κατά μέσο όρο ετησίως. Παράλληλα, η μηχανότρατα έχει τις πιο καταστροφικές επιπτώσεις στο θαλάσσιο περιβάλλον, δεδομένου ότι όταν σύρεται στο βυθό προκαλεί σημαντικές ζημιές στους θαλάσσιους βιοτόπους.

Με απογοήτευση διαπιστώνουμε ότι το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων προχωρά σε ρυθμίσεις αντίθετες με το πνεύμα του Κανονισμού 1967/2006 χωρίς μάλιστα διάλογο με τους ενδιαφερόμενους φορείς (αλιείς, επιστημονικούς φορείς και περιβαλλοντικές οργανώσεις) και αδυνατεί να εφαρμόσει την αναγκαία προληπτική προσέγγιση, μη λαμβάνοντας ουσιαστικά μέτρα για την προστασία και διατήρηση των θαλάσσιων οικοσυστημάτων και την προώθηση της βιώσιμης διαχείρισής τους. Αντίθετα, προτιμά να επιστρέψει σε ρυθμίσεις του παρελθόντος που δεν ανταποκρίνονται στην σημερινή κατάσταση των ιχθυοαποθεμάτων, παρόλο που το ίδιο παραδέχεται ότι «τα περισσότερα βενθοπελαγικά είδη βρίσκονται σε κατάσταση σχετικής υπεραλίευσης ή υπεραλίευσης» (κείμενο του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης για το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Αλιείας 2007-2013).

http://www.mom.gr/displayITM1.asp?ITMID=192

Παρασκευή 28 Μαρτίου 2008

ΕΚΠΑΖ Θεσσαλονίκης

Βοήθησε το ΕΚΠΑΖ στη Θεσσαλονίκη!

Το Ελληνικό κέντρο περίθαλψης άγριων ζώων (ΕΚΠΑΖ) είναι μια αστική μη
κυβερνητική οργάνωση. Από το 1984 ειδικεύεται στην περίθαλψη των
άγριων ζώων και στην επανένταξη τους στο φυσικό περιβάλλον.

Δυστυχώς τον Ιανουάριο του 2008, παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις
των εθελοντών για υποστήριξη, ο σταθμός πρώτων βοηθειών του
ΕΚΠΑΖ στη Θεσσαλονίκη έκλεισε ύστερα από απόφαση του Υπουργείου
Αγροτικής Ανάπτυξης, λόγω κακών συνθηκών του χώρου λειτουργίας του.

Η επαναλειτουργία του σταθμού της Θεσσαλονίκης είναι απαραίτητη!
Πολλά τραυματισμένα ζώα χρειάζονται την άμεση βοήθεια μας και το ΕΚΠΑΖ
με τη πολυετή πείρα του μπορεί να ανταποκριθεί σε αυτή την ανάγκη!

Βοήθησε και εσύ στην προσπάθεια μας για επαναλειτουργία του σταθμού
σε κατάλληλο χώρο και με τον απαραίτητο εξοπλισμό.

Υπέγραψε το κείμενο διαμαρτυρίας για την επαναλειτουργία του σταθμού
στο : http://www.petitiononline.com/Ekpaz


Για περισσότερες πληροφορίες: http://www.antifursociety.org/GREECE.html
http://www.ekpazp.gr

Κυριακή 23 Μαρτίου 2008

Νερό

Στα πλαίσια της χθεσινής Παγκόσμιας Ημέρας για το Νερό (22-3) παραθέτουμε στο παρακάτω link ένα πολύ ωραίο αρχείο για το νερό...έτσι, για να ξυπνήσουν μερικοί που ακόμη κοιμούνται!

http://rapidshare.com/files/101746103/nero.pps.html

Άρθρα για την κατάσταση στη Θεσσαλονίκη

O Βαρδάρης εγκαταλείπει τη Θεσσαλονίκη!

«Δρόμο άλλαξε ο αέρας», και ειδικότερα ο Βαρδάρης, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του Μετεωρολογικού Κέντρου Μακεδονίας. O σωτήριος για την επιβαρυμένη από ρύπους και αιωρούμενα σωματίδια ατμόσφαιρα της Θεσσαλονίκης άνεμος, όπως δείχνει η μελέτη των στοιχείων της περιόδου 1959-2007 αλλάζει ένταση, ενώ και ο αριθμός των εμφανίσεών του παρουσιάζει σταδιακή μείωση όσο περνούν τα χρόνια.

Σύμφωνα με την έρευνα του διευθυντή Περιφερειακού Μετεωρολογικού Κέντρου Μακεδονίας, Αναστάσιου Ανθη, για τη μεταβολή του κλίματος της Θεσσαλονίκης, οι επιπτώσεις από την ισχνή πια παρουσία του Βαρδάρη, την αύξηση της θερμοκρασίας και τη μείωση των βροχοπτώσεων θα είναι άμεσες και σε πολλούς τομείς της κοινωνικής και οικονομικής ζωής του νομού. «Το γεγονός αυτό επιβάλλει να ληφθούν οι κλιματικές αλλαγές στις παραμέτρους ανάπτυξης της περιοχής», επισημαίνει.

Στην ουσία Βαρδάρης δε θα φυσά για να καθαρίσει την πόλη, τουλάχιστον όχι έτσι όπως τον γνωρίζαμε μέχρι σήμερα και όπως τον περιέγραφαν λογοτέχνες και στιχουργοί σε δεκάδες κείμενα και τραγούδια. Το ανησυχητικό, δε, είναι ότι η μείωση της έντασής του και η ελάττωση εμφάνισής του παρατηρούνται σε όλες τις εποχές του χρόνου. «Συγκεντρωτικά για όλο το έτος φαίνεται ότι ο αριθμός επεισοδίων παρουσιάζει σταδιακή μείωση όσο περνούν τα χρόνια, ενώ ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του ανέμου, η διάρκεια πνοής, ελαττώνεται σημαντικά.

Χαρακτηριστικά φαίνεται ότι οι μεγάλες εντάσεις του Βαρδάρη εμφανίζονται όλο και πιο αραιά και διαρκούν πολύ λιγότερο. O Βαρδάρης, ο οποίος ως ένα βαθμό αποτελεί ιδιαίτερο �χαρακτηριστικό του καιρού� της Θεσσαλονίκης, φαίνεται και αυτός να έχει αλλάξει συνήθειες», εξηγεί ο κ. Ανθης.

Oι παρενέργειες

O ίδιος υπογραμμίζει ότι το θέμα της μεταβολής του κλίματος είναι τόσο σημαντικό, που έχει ξεφύγει από τους κύκλους της επιστημονικής κοινότητας.

«Σήμερα απασχολεί τις κυβερνήσεις των κρατών σε παγκόσμιο επίπεδο. Τόσο στην Ευρωπαϊκή Ενωση όσο και στη χώρα μας, σε επίπεδο Κοινοβουλίου, λαμβάνονται πολιτικές αποφάσεις και μέτρα για τον περιορισμό της επιβάρυνσης της ατμόσφαιρας με τα αέρια του θερμοκηπίου. Το νιώθει ο απλός πολίτης στην καθημερινή του ζωή. Η τελευταία 10ετία είναι παγκοσμίως η θερμότερη των τελευταίων 160 ετών, από τότε δηλαδή που άρχισε η καταγραφή των πρώτων μετεωρολογικών παρατηρήσεων», συμπληρώνει και προσθέτει: «Γίνεται φανερό ότι το κλίμα μεταβάλλεται. Ειδικότερα, τα συμπεράσματα από τη μελέτη των μετεωρολογικών δεδομένων για τη Θεσσαλονίκη συνοψίζονται στα εξής: η μέση θερμοκρασία παρουσιάζει ανοδική τάση, με ρυθμό 0,87°C/100 χρόνια. Σε αυτήν την αύξηση συνεισφέρουν περισσότερο οι ελάχιστες τιμές της θερμοκρασίας, οι οποίες παρουσιάζουν άνοδο, με ρυθμό αύξησης 5,07°C/100 χρόνια! Τα τελευταία χρόνια έχει μειωθεί αισθητά και η βροχόπτωση. Oλα αυτά αποτελούν αδιάψευστα στοιχεία ότι τη μεταβολή του κλίματος τη ζούμε ήδη και στην περιοχή της Θεσσαλονίκης».

Μεταβολές

Oι μέγιστες θερμοκρασίες παρουσιάζουν μία μεγαλύτερη αστάθεια τα τελευταία χρόνια, με διακυμάνσεις μεγάλου εύρους, οι οποίες είναι μάλλον απρόβλεπτες.

Ειδικότερα τους μήνες Ιούνιο και Ιούλιο του 2007 καταγράφηκαν οι υψηλότερες τιμές μέγιστης θερμοκρασίας που έχουν παρατηρηθεί ποτέ. Μεταβολές εξάλλου δείχνουν οι μετρήσεις των στοιχείων και στη μέση ελάχιστη θερμοκρασία της Θεσσαλονίκης, η οποία καταγράφεται περίπου στους 10°C.

Η πορεία των μέσων ελαχίστων θερμοκρασιών φαίνεται χαρακτηριστικά ανοδική, αφού σε 49 χρόνια η μέση ελάχιστη θερμοκρασία αυξήθηκε σημαντικά κατά 2,5°C, δηλαδή με ρυθμό ανόδου 5,07°C ανά 100 χρόνια.

Η μεγάλη αυτή αύξηση δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από την επέκταση της πόλης, αλλά, προφανώς, έχει άμεση σχέση με τη μεταβολή του κλίματος. Το γεγονός της αύξησης της θερμοκρασίας για τη Θεσσαλονίκη συμφωνεί με αντίστοιχες μελέτες του παγκόσμιου κλίματος, σύμφωνα με τις οποίες:

n η μέση θερμοκρασία της Γης έχει αυξηθεί κατά 0,74°C από την έναρξη του 20ού αιώνα, και

n τα 12 από τα 13 τελευταία χρόνια (1995 � 2007) συγκαταλέγονται μεταξύ των 13 θερμότερων ετών που έχουν καταγραφεί ποτέ από το 1850 μέχρι σήμερα.

Ανομβρες χρονιές

Εντυπωσιακά είναι εξάλλου τα στοιχεία που αφορούν τις βροχοπτώσεις για το ίδιο διάστημα αλλά και τη ραγδαιότητά τους, δηλαδή το ποσό βροχόπτωσης που καταγράφηκε στη μονάδα του χρόνου.

Η μέση ετήσια βροχόπτωση για τη Θεσσαλονίκη είναι 579 χιλιοστά. Μέχρι το 1981 τα ποσά βροχής ήταν σημαντικά μικρότερα από το μέσο όρο (μ.ό.: 465 mm), ενώ από το 1982 έως το 2003 η βροχόπτωση ήταν αρκετά υψηλότερη από το μέσο όρο (μ.ό.: 730 mm).

Στη συνέχεια όμως, από το 2004 μέχρι και σήμερα, το ύψος βροχής είναι σημαντικά χαμηλότερο (μ.ό.: 396 mm). Δεν έχει ακόμη διαπιστωθεί εάν αυτό οφείλεται σε μία περιοδικότητα των βροχοπτώσεων ή σχετίζεται με μία γενικότερη μεταβολή του κλίματος. Πάντως, τα τελευταία τέσσερα χρόνια, ο μέσος όρος της βροχόπτωσης είναι αισθητά χαμηλότερος και από αυτόν της περιόδου 1959 � 1981.

Μπορεί τα συμπεράσματα που προκύπτουν από τη βροχόπτωση να είναι σημαντικά, γίνονται όμως ακόμα πιο εντυπωσιακά εάν συνδυαστούν με τα στοιχεία που δείχνουν τα ποσοστά της ραγδαιότητας τα οποία είναι ανοδικά.

«Συνοψίζοντας, και συνδυάζοντας τα δεδομένα ύψους βροχής και ραγδαιότητας, διαπιστώνουμε ότι, παρόλο που η συνολική βροχόπτωση μειώνεται τα τελευταία χρόνια, οι περιπτώσεις με μεγάλα ποσά έντονων βροχοπτώσεων αυξάνονται. Απόδειξη των παραπάνω είναι η αύξηση των πλημμυρικών φαινομένων, όπως αυτά που αντιμετώπισαν οι νομοί Θεσσαλονίκης και Χαλκιδικής τον Oκτώβριο του 2006 και τον Αύγουστο του 2007», τονίζει ο κ. Ανθης.



O «δικός» μας άνεμος

O Βαρδάρης είναι βορειοδυτικός άνεμος, ο οποίος ξεκινώντας από τα βόρεια Βαλκάνια και περνώντας μέσα από την κοιλάδα του Αξιού φτάνει στην περιοχή μας με αρκετά μεγάλη ένταση και επιμονή. Παρά τη μεγάλη του πολλές φορές ένταση, η οποία μπορεί να δημιουργεί επικίνδυνες καταστάσεις (στη ναυτιλία, ζημιές από πτώσεις δέντρων), είναι ευεργετικός τελικά για την περιοχή, αφού καθαρίζει την ατμόσφαιρα, απομακρύνοντας, έστω και προσωρινά, τόσο την υγρασία όσο και τους ρύπους. Η μελέτη των στοιχείων πάντως την περίοδο 1959-2007 δείχνει ότι ο αριθμός επεισοδίων εμφάνισης του Βαρδάρη παρουσιάζει σταδιακή μείωση όσο περνούν τα χρόνια, ενώ ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του ανέμου, η διάρκεια πνοής, μειώνεται σημαντικά.



Oι κοινωνικές επιπτώσεις

Η αποφυγή των κλιματικών μεταβολών φαντάζει μάλλον αναπόφευκτη. Για το λόγο αυτόν απαιτείται οι μεταβολές αυτές του κλίματος να λαμβάνονται υπόψη, με σκοπό την ήπια προσαρμογή των κοινωνικο-οικονομικών δραστηριοτήτων στις νέες κλιματικές συνθήκες για τις οποίες απαιτείται προγραμματισμός και συνεκτίμηση των νέων κλιματικών δεδομένων. Η μεταβολή λοιπόν του κλίματος αποτελεί μία πραγματικότητα και για τη Θεσσαλονίκη. Εχει ήδη αρχίσει να επηρεάζει την κοινωνία και αναμένεται να επηρεάσει περισσότερο τις επερχόμενες γενιές σε πολλούς τομείς, μεταξύ άλλων:

Υγεία: Το κλίμα έχει επιπτώσεις στην υγεία έμμεσα, μέσω της επίδρασής του στην ατμοσφαιρική ρύπανση, στα οικοσυστήματα που παρέχουν τροφή και νερό, καθώς και σε φορείς λοιμογόνων παραγόντων, που προκαλούν μολυσματικές ασθένειες.

Ενέργεια: Oι κλιματικές πληροφορίες υποστηρίζουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τον προγραμματισμό για την ανάπτυξη και τη χρήση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όπως είναι η υδροηλεκτρική, η αιολική και η ηλιακή ενέργεια.

Τουρισμός: Η τουριστική βιομηχανία είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη στα καιρικά φαινόμενα και τη μεταβολή του κλίματος. Τα κλιματικά δεδομένα βοηθούν στην καλύτερη κατανόηση των κινδύνων, για την ομαλή προσαρμογή στις μεταβολές, καθώς και στο μετριασμό των επιπτώσεων από αυτές.

Αστικός σχεδιασμός: Oι κλιματικές πληροφορίες του ανέμου, ο οποίος σχετίζεται άμεσα και με την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα, είναι ζωτικής σημασίας για τον αστικό σχεδιασμό και την ποιότητα ζωής των πολιτών.

Υδάτινοι πόροι: Η αποτελεσματική αξιοποίηση των κλιματικών δεδομένων μειώνει τους κινδύνους που αναμένεται να προκύψουν από τη μείωση των βροχοπτώσεων.

Γεωργία: Η αξιοποίηση των μοντέλων κλιματικών μεταβολών είναι σημαντική για τη διαχείριση της γεωργικής παραγωγής.



... Χορεύουν οι ρύποι

Oι ατμοσφαιρικοί ρύποι που ανιχνεύτηκαν στη Θεσσαλονίκη, σύμφωνα με μετρήσεις του Εργαστηρίου Ελέγχου Ρύπανσης Περιβάλλοντος του Τμήματος Χημείας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, κατατάσσουν την πόλη ως μία από τις πλέον επιβαρυμένες περιβαλλοντικά της Ευρώπης. Oι τιμές των 24ωρων συγκεντρώσεων εισπνεύσιμων σωματιδίων ΡΜ10 ξεπερνούν κατά 80% το ημερήσιο όριο των 50 μg/m³. Oι μέσες ετήσιες συγκεντρώσεις ΡΜ10 επίσης υπερβαίνουν το ετήσιο όριο των 40 μg/m³ που θέτει ως βάση η κοινοτική νομοθεσία. Oι βασικές πηγές σωματιδιακής ρύπανσης της ατμόσφαιρας στην πόλη, σύμφωνα με την ίδια έρευνα, είναι τα αυτοκίνητα (47%-64%), η σκόνη δρόμου (19%-22%) και η καύση πετρελαίου (8%-27%). Σε αστικές περιοχές της ευρύτερης περιοχής Θεσσαλονίκης ανιχνεύθηκαν υψηλές συγκεντρώσεις μολύβδου, βρομίου, αντιμονίου και χαλκού, ενώ στις βιομηχανικές ζώνες έχουν εντοπιστεί αυξημένες συγκεντρώσεις αρσενικού και καδμίου.


Αγγελιοφόρος 23-3-2008


Πέντε σημεία «σκοτώνουν» το Θερμαϊκό κόλπο

Εγκλημα διαρκείας συντελείται στο Θερμαϊκό κόλπο. Oι μετρήσεις που πραγματοποιούν οι επιστήμονες επιβεβαιώνουν ότι τα νερά του βρίσκονται στις πρώτες θέσεις των πιο ρυπασμένων θαλάσσιων περιοχών της Ελλάδας. Στην περιοχή του λιμανιού της Θεσσαλονίκης, το υπόστρωμα είναι εξαιρετικά ρυπασμένο από πετρελαιοειδή, με τις συγκεντρώσεις αρωματικών υδρογονανθράκων να είναι έως και εκατονταπλάσιες φορές πάνω από τις μέσες φυσιολογικές, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει ζωή ούτε για... δείγμα. Τα νερά στο ύψος της πλατείας Αριστοτέλους, αλλά και του Λευκού Πύργου βρίθουν επικίνδυνων τοξικών ενώσεων, όπως είναι τα PCBs, που συσσωρεύτηκαν εδώ και χρόνια και είναι εξαιρετικά δύσκολο να απομακρυνθούν. Τα παραπάνω αποτελούν στοιχεία των πρώτων αποτελεσμάτων μελέτης την οποία ανέλαβε το Εργαστήριο Ελέγχου Ρύπανσης Περιβάλλοντος του ΑΠΘ για λογαριασμό της Διεύθυνσης Προστασίας και Ανάπτυξης Θερμαϊκού κόλπου του υπουργείου Μακεδονίας - Θράκης, σχετικά με την εκτίμηση της ποιότητας των νερών του κόλπου.

Για το Θερμαϊκό έχουν γίνει, κατά καιρούς, εκατοντάδες μελέτες, οι οποίες κατέληγαν πάντα στο ίδιο αποτέλεσμα, δηλαδή στην καταγραφή της υπάρχουσας κατάστασης. Αυτήν τη φορά, όμως, πραγματοποιείται μια συνολική και ολοκληρωμένη μελέτη, που εκτός από τον προσδιορισμό διαφόρων ρυπογόνων ουσιών σε περιβαλλοντικά δείγματα, περιλαμβάνει την καταγραφή των πηγών ρύπανσης του κόλπου, συμπεριλαμβανομένων και των μικροβιακών και φυσικοχημικών φορτίων χειμάρρων, τάφρων, ποταμών, εξόδων βιομηχανιών και βιοτεχνιών, καθώς είναι αναγκαία η μελέτη της έκτασης στην οποία συμμετέχει η κάθε πηγή ρύπανσης χωρικά και χρονικά. «Μόνο αν βρεθεί το πού γεννάται το πρόβλημα, θα μπορέσει να χτυπηθεί στη ρίζα του και να υπάρξει μία σημαντική αναβάθμιση της ποιότητας των νερών του Θερμαϊκού κόλπου», επισημαίνει ο επικεφαλής της μελέτης, καθηγητής Χημείας Κώστας Φυτιάνος.

Πέντε συν ένα

Oπως αναφέρει ο επικεφαλής της έρευνας, η οποία ξεκίνησε πριν από εννιά μήνες και ολοκληρώνεται τον προσεχή Ιούλιο, «από την επεξεργασία των πρωτογενών δεδομένων των δειγμάτων νερών που συλλέξαμε τον περασμένο Ιούλιο και Αύγουστο, εντοπίζονται πέντε κύριες εστίες μόλυνσης των νερών του Θερμαϊκού. Oι τρεις εστίες βρίσκονται στις δυτικές ακτές του κόλπου και εντοπίζονται στα σημεία εκβολών των ποταμών και των καναλιών. Oι άλλες αφορούν την περιοχή δυτικά των λιμενικών εγκαταστάσεων της Θεσσαλονίκης (Καλοχώρι, παλιά βυρσοδεψεία, βιολογικός κ.λπ.) και την περιοχή πριν από τον αερολιμένα στις εκβολές χαρακτηριστικού χειμάρρου μετά τη βιομηχανία ΒΙΑΜΥΛ (ύψος ΙΚΕΑ), καθώς και του χειμάρρου του Ανθεμούντα».

Εξάλλου, όπως σημειώνει ο ίδιος, η λειτουργία της εγκατάστασης του βιολογικού καθαρισμού στη Σίνδο δεν έχει δεχτεί επενδύσεις τα τελευταία χρόνια, με αποτέλεσμα να είναι εξαιρετικά υποβαθμισμένη η αποδοτικότητά του. Ωστόσο, σύμφωνα με τον κ. Φυτιάνο, αυτό που φαίνεται ότι «σώζει» το Θερμαϊκό είναι τα θαλάσσια ρεύματα. «Η καλή ρευματική κυκλοφορία του κόλπου συντελεί στην αραίωση και διάχυση των μολυσματικών ουσιών στο ευρύτερο θαλάσσιο περιβάλλον του κόλπου».

Μην κολυμπάτε

Σύμφωνα με τις μετρήσεις, η μόλυνση των νερών εμφανίζεται σε όλη την παράκτια ζώνη, σε όλο το μέτωπο του εσωτερικού του κόλπου, που φτάνει μέχρι την περιοχή του αεροδρομίου, χωρίς να αποκλείονται κάποιες περιοχές. «Oι συνθήκες αυτές δεν ευνοούν τη χρήση των ακτών του εσωτερικού Θερμαϊκού για κολύμβηση, αναψυχή και θαλάσσια σπορ γενικότερα».

Επιχειρώντας να εξηγήσει πώς φτάσαμε σε αυτό το σημείο, ο Κ. Φυτιάνος επισημαίνει ότι ο ευρύτερος Θερμαϊκός κόλπος δέχτηκε σημαντικές περιβαλλοντικές πιέσεις τα τελευταία χρόνια, εξαιτίας των ποικίλων βιομηχανικών δραστηριοτήτων, του ρυπασμένου φορτίου των ποταμών που εκβάλλουν στον κόλπο, των μέχρι πρόσφατα ανεπεξέργαστων οικιακών λυμάτων, καθώς και της αυξημένης αγροτικής παραγωγής σε περιοχές γύρω από τον κόλπο.

Η μελέτη περιλαμβάνει αρκετούς σταθμούς δειγματοληψίας, τόσο παράκτια όσο και στο εσωτερικό του Θερμαϊκού, ώστε να εξεταστούν οι φυσικοχημικές και βιολογικές παράμετροι με τρόπο που να καλύπτεται αντιπροσωπευτικά όλη η περιοχή του κόλπου. Ειδικότερα, πραγματοποιούνται δειγματοληψίες σε 50 σταθμούς-σημεία δειγματοληψίας. Σε κάθε σταθμό λαμβάνονται δείγματα από όλη τη στήλη του νερού (επιφάνεια, μεσόνερα, βυθός) και σε ορισμένους σταθμούς δείγματα ιζήματος για αναλύσεις βαρέων μετάλλων, υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων, πετρελαιοειδών κ.λπ.

Τι «κουβαλούν» τα ποτάμια

Τα ποτάμια μεταφέρουν μεγάλες ποσότητες παρασιτοκτόνων (όπως Atrazin, Simazine κ.λπ). Αυξημένες συγκεντρώσεις παρουσιάζονται σε ορισμένες δραστικές ουσίες αυτών των παρασιτοκτόνων στις εκβολές του Αξιού. Από τα οργανοχλωριωμένα φυτοφάρμακα, τις μεγαλύτερες συγκεντρώσεις εμφανίζει το DDΕ που είναι φυσικός μεταβολίτης του γνωστού DDT (η χρήση του απαγορεύτηκε στη δεκαετία του �70). Επίσης, ανιχνεύονται και ορισμένα άλλα οργανοχλωριωμένα όπως το Lindane, το Dieldrin, το Aldrin, το Heptachlor κ.λπ. Ας σημειωθεί ότι πολλά από αυτά (π.χ. το Heptachlor) είναι απαγορευμένα πολλές δεκαετίες τώρα στην Ελλάδα και η παρουσία τους δηλώνει μάλλον διασυνοριακή ρύπανση. Επιπλέον, οι μετρήσεις έδειξαν ότι τα ποτάμια μεταφέρουν μεγάλο φορτίο στρεπτόκοκκων κοπρανώδους προέλευσης από διάθεση βοθρολυμάτων, αστικών λυμάτων (!), καθώς και λυμάτων από κτηνοτροφικές μονάδες.

Πέρα, όμως, από τη μικροβιακή μόλυνση υπάρχει και η χημική ρύπανση, που εντοπίζεται στα δείγματα ιζημάτων. Στα επιφανειακά στρώματα (βάθους μέχρι 20 εκατοστά) εμφανίζονται συγκεντρώσεις βαρέων μετάλλων διπλάσιες έως τετραπλάσιες από εκείνες των κατώτερων στρωμάτων. Τα βασικότερα βαρέα μέταλλα που ανιχνεύονται σε υψηλές συγκεντρώσεις είναι το κάδμιο, ο μόλυβδος, το χρώμιο και ο χαλκός. Επιπλέον, τα νερά του Θερμαϊκού κατακλύζονται από νιτρικά και φωσφορικά άλατα.



OΙ ΠΡOΤΑΣΕΙΣ

Δύσκολα αλλά απαραίτητα τα μέτρα σωτηρίας

O Θερμαϊκός κόλπος μπορεί να σωθεί, διατείνεται ο καθηγητής Φυτιάνος, καθώς υπάρχουν προτάσεις για τη βελτίωση της ποιότητας του θαλάσσιου περιβάλλοντός του. Ωστόσο, η «σωτηρία» μπορεί να έρθει μόνο έπειτα από επίπονες προσπάθειες της Πολιτείας, καθώς τα μέτρα που απαιτούνται δύσκολα εφαρμόζονται και μάλιστα κατόπιν εξαιρετικά χρονοβόρων διαδικασιών.

«Η ρύπανση που δέχεται ο Θερμαϊκός κόλπος προέρχεται κυρίως από γεωργικά εκπλύματα, αστικά λύματα του πολεοδομικού συγκροτήματος και των γύρω οικιστικών περιοχών, εισροές κυρίως του ποταμού Αξιού και βιομηχανικές δραστηριότητες περιμετρικά του κόλπου», επισημαίνει ο καθηγητής.

Τι προτείνει ο ίδιος για την προστασία, τη βιώσιμη διαχείριση και την αναβάθμιση του οικοσυστήματος του Θερμαϊκού κόλπου; «Απαιτείται έλεγχος των εκροών των γεωργικών και κτηνοτροφικών εκπλυμάτων που καταλήγουν στα επιφανειακά και υπόγεια ύδατα και κατ� επέκταση στο θαλάσσιο περιβάλλον, με άμεσο έλεγχο της ποσότητας των λιπασμάτων που εφαρμόζονται στις καλλιέργειες της περιοχής. Για το σκοπό αυτό, είναι απαραίτητη η ενημέρωση των αγροτών σχετικά με την ορθολογική χρήση των γεωργικών προσθέτων που εφαρμόζουν στις καλλιέργειές τους. Πρόκειται για μια χρονοβόρα, επίπονη και περίπλοκη διαδικασία που πρέπει, όμως, να ληφθεί σοβαρά υπόψη, καθώς έχει υπολογιστεί ότι περίπου το ένα τρίτο της ρύπανσης που καταλήγει στο ευαίσθητο οικοσύστημα του Θερμαϊκού κόλπου προέρχεται από αγροτικές δραστηριότητες. Κρίνεται, επίσης, απαραίτητη η ανάπτυξη προγραμμάτων περιβαλλοντικής εκπαίδευσης και αγωγής από την παιδική ακόμη ηλικία».

«Κλειδί» οι βιολογικοί

Η λειτουργία των βιολογικών καθαρισμών, όπως επισημαίνει ο κ. Φυτιάνος, είναι απαραίτητο να ολοκληρωθεί και να βελτιωθεί άμεσα. Συγκεκριμένα, όπως υπογραμμίζεται στην έρευνα:

α) Στην περιοχή του Αγγελοχωρίου θα πρέπει να ολοκληρωθεί η κατασκευή του αποχετευτικού δικτύου και να ενωθεί πλήρως με το βιολογικό καθαρισμό. Επιπλέον, η εγκατάσταση επεξεργασίας λυμάτων θα πρέπει να προχωρήσει άμεσα στη Β� φάση κατασκευής, καθώς έχει καταστεί σαφές πως η ανεξέλεγκτη απόρριψη των βοθρολυμάτων οδηγεί στη διάχυση των ρύπων στο παρακείμενο θαλάσσιο περιβάλλον και εν μέρει στους υπόγειους υδροφορείς.

β) O κεντρικός βιολογικός, που βρίσκεται στην κοίτη του Γαλλικού ποταμού, επεξεργάζεται 160.000 κυβικά μέτρα λυμάτων την ημέρα, εδώ και περίπου έξι χρόνια, με πλήρη βιολογική επεξεργασία (νιτροποίηση - απονιτροποίηση). Ωστόσο, τα περιοδικά φαινόμενα ευτροφισμού του Θερμαϊκού κόλπου μπορούν να αποδοθούν κατά ένα ποσοστό στην παρουσία φωσφορικών ιόντων στα επεξεργασμένα λύματα των εγκαταστάσεων επεξεργασίας λυμάτων της περιοχής. Πρέπει, λοιπόν, να δοθεί άμεση προτεραιότητα στην εγκατάσταση συστημάτων απομάκρυνσης του φωσφόρου από τα λύματα.

γ) Στην περιοχή του Ανθεμούντα έχει διαπιστωθεί πως βοθρολύματα από τα Βασιλικά, τη Σουρωτή, αλλά και μερικώς επεξεργασμένα ή ανεπεξέργαστα λύματα από το βιολογικό καθαρισμό της Θέρμης (ο οποίος υπολειτουργεί) καταλήγουν στην υδρολογική λεκάνη του Ανθεμούντα, επηρεάζοντας τον υπόγειο υδροφόρο ορίζοντα, αλλά και το θαλάσσιο περιβάλλον κοντά στην περιοχή του αεροδρομίου.

δ) Η λειτουργία των κονσερβοποιείων που λειτουργούν στη δυτική πλευρά της πόλης, κοντά στην Τάφρο 66, είναι περιοδική και διαρκεί μικρό χρονικό διάστημα, στο οποίο οι υφιστάμενοι βιολογικοί καθαρισμοί δεν προλαβαίνουν να αναπτύξουν το κατάλληλο μικροβιακό φορτίο που θα είναι ικανό να διασπάσει την αυξημένη συγκέντρωση σε οργανικά λύματα. Για το λόγο αυτό είναι απαραίτητη η μεταφορά ενεργού ιλύος στις βιοτεχνίες αυτές από μεγάλες εγκαταστάσεις, με σκοπό την άμεση λειτουργία των βιολογικών καθαρισμών στο μικρό χρονικό διάστημα που διαρκεί η παραγωγική διαδικασία.

ε) Η λειτουργία της Εγκατάστασης Βιολογικού Καθαρισμού ΒΙΠΕ Θεσσαλονίκης δεν έχει δεχτεί επενδύσεις τα τελευταία χρόνια, με αποτέλεσμα να είναι εξαιρετικά υποβαθμισμένη η αποδοτικότητά της.

στ) Πρέπει επιτέλους να ξεπεραστούν τα πολυάριθμα προβλήματα τεχνικής φύσεως και έλλειψης εξειδικευμένου προσωπικού που παρεμποδίζουν ή επιβραδύνουν τη λειτουργία των βιολογικών καθαρισμών στην περιοχή του Θερμαϊκού κόλπου, με κατάλληλα προγράμματα συντήρησης, άμεσες λύσεις που θα παρακάμπτουν τις γραφειοκρατικές διαδικασίες, πρόσληψη εξειδικευμένου τεχνικού και επιστημονικού προσωπικού και κατασκευή των απαιτούμενων συμπληρωματικών ή βασικών εγκαταστάσεων, ώστε να πραγματοποιείται τριτοταγής τουλάχιστον επεξεργασία των λυμάτων σε όλες τις μονάδες επεξεργασίας.

Αγγελιόφορος 23-3-2008

Δύο άρθρα δημοσιευμένα στον Αγγελιοφόρο της Κυριακής που μας δείχνουν τη σοβαρότητα του περιβαλλοντικού προβλήματος στη Θεσσαλονίκη. Μία μικρή επισή,ανση για το δεύετρο άρθρο, είναι ότι η Ελλάδα στον τομέα της αξιολόγησης των υδάτων βρίσκεται πολύ πίσω και ακόμα δεν έχει καταλάβει ότι εκτός των χημικών απαιτούνται και βιολόγοι στις μελέτες...έτσι για να κάνουμε και λίγο "συνδικαλισμό"..

Πέμπτη 20 Μαρτίου 2008

Έδεσσα, η πόλη των καταρρακτών

Το τριήμερο 15-17 Μαρτίου ήμασταν στην Έδεσσα. Μέσω κάποιων περιγραφών και φωτογραφιών θα θέλαμε να σας δώσουμε μία γεύση της πόλης και φυσικά της ορνιθοπανίδας της.

Ας αρχίσουμε με μια φωτογραφία των καταρρακτών. Για την ακρίβεια, αυτός είναι ο μεγάλος καταρράκτης.



Στα πολλά ρυάκια που διασχίζουν την πόλη, φυσικά είναι να συναντήσαμε σουσουράδες. Στην φωτογραφία που ακολουθεί φαίνεται μία σταχτοσουσουράδα (Motacilla cinerea). Δυστυχώς τα φωτογραφικά μέσα που διαθέτουμε δεν επιτρέπουν μεγαλύτερη ανάλυση για ένα πτηνό τέτοιου μεγέθους.



Τρία χιλιόμετρα έξω από την Έδεσσα και ακολουθώντας μία όμορφη περιπατητική διαδρομή (στην οποία είχαμε την τύχη να συναντήσουμε ένα σκίουρο) φτάσαμε στην αρχαία κάτω πόλη, τον Λόγγο. Ένα πλάνο του φαίνεται στην παρακάτω φωτογραφία.


Ένα αξιοσημείωτο γεγονός είναι ότι στις πλατείες της πόλης δεν κυριαρχούσαν οι κουρούνες (Corvus corone), όπως στη Θεσσαλονίκη, αλλά οι κάπως πιο κομψές κάργιες (Corvus monedula). Στον παρακάτω «σχηματισμό παρέλασης» απεικονίζονται δύο από αυτές.



Η επίσκεψη που κάναμε στο λαογραφικό μουσείο της πόλης, μας επιφύλασσε μία έκπληξη. Η έκπληξη αυτή, που φαίνεται στην παρακάτω φωτογραφία, δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα μικροσκόπιο, το οποίο χρησιμοποιούσαν στην παραγωγή μεταξοσκώληκα για να ξεχωρίσουν τα γονιμοποιημένα αβγά από τα κλούβια. Όπως καταλάβατε, στην περιοχή κάποτε υπήρχαν αρκετά σηροτροφεία τόσο για την παραγωγή μεταξιού όσο και για το εμπόριο μεταξοσκωλήκων.


Ένα «φυσικό» μνημείο της πόλης είναι το φυτό Γκίγκο το Δίλοβο (Ginko biloba), που είναι ιθαγενές φυτό της Κίνας και φυτεύτηκε στην περιοχή εκατοντάδες χρόνια πριν και ευδοκίμησε. Το Ginko biloba είναι το μοναδικό πλατύφυλλο κωνοφόρο. Δυστυχώς. Επειδή είναι φυλλοβόλο, στην φωτογραφία δεν ξεχωρίζει από κάποιο κλασσικό δέντρο που μπορεί να συναντήσει κανείς στην Ελλάδα.


Και για να μη κατηγορηθούμε ότι δεν είναι Ginko biloba, δείχνουμε και την ταμπέλα που βρίσκεται στη βάση του φυτού.


Κοντά στους καταρράκτες λειτουργεί ένα ενυδρείο-ερπετόριο, με ποικιλία ειδών, τόσο της περιοχής της Έδεσσας (καθώς εκεί βρίσκεται ο υγρότοπος του Άγρα) αλλά και τροπικών περιοχών. Τα τροπικά είδη που βρίσκονταν εκεί ήταν δωρεές από διάφορους ιδιώτες που είτε τα βαρέθηκαν είτε δυσκολευόταν στην περιποίησή τους. Έτσι, η λειτουργία του ενυδρείου-ερπετορίου κρίνεται θετική καθώς συμβάλει στην περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση του κοινού χωρίς να προκαλεί απώλειες στους πληθυσμούς κινδυνευόντων ειδών. Στην φωτογραφία που ακολουθεί είναι ένα τεράστιο ιγκουάνα (Iguana iguana).


Στην περιοχή από τους ιπτάμενους φίλους μας απαντούσαν πολλά κοτσύφια. Στην φωτογραφία που ακολουθεί, απεικονίζεται ένα θηλυκό κοτσύφι (Turdus merula), το οποίο ετοίμαζε τη φωλιά του.

Τελειώνοντας, μία ακόμα φωτογραφία από τους καταρράκτες με ένα εκπληκτικό ουράνιο τόξο!


Για το τέλος, ας αναφερθούμε λίγο στα αρπακτικά πουλιά που συναντήσαμε εκεί. Παρατηρήσαμε λοιπόν 4 γερακίνες, πιθανώς του υποείδους vulpinus (Buteo buteo spp. vulpinus). Ακόμα, ένα ξεφτέρι (Accipiter nisus) που κυνηγούσε ένα μικρόπουλο και τέλος ένα βραχοκιρκίνεζο (Falco tinnunculus).

LinkWithin

Related Posts with Thumbnails